Μεταφράζουμε ένα άρθρο της ψυχολόγου Alison Gopnik, στο οποίο περιγράφονται κάποια εργαστηριακά πειράματα εξελικτικής ψυχολογίας σε βρέφη. Όλα συνηγορούν στο ότι τα παιδιά μαθαίνουν παρατηρώντας και μιμούμενα δημιουργικά τους ενήλικες. Η συμμετοχή τους σε μία πρακτική (π.χ. το μαγείρεμα) μπορεί να αποδειχθεί πολύ πιο διδακτική από την παραδοσιακή διδασκαλία, στην οποία χρησιμοποιούνται τυπικές μεθόδους εκπαίδευσης. Μάλιστα, το παιχνίδι και γενικότερα τα ανοιχτά περιβάλλοντα μάθησης βοηθούν τα παιδιά να αναπτύξουν τη δημιουργικότητά τους και να παράξουν πρωτότυπες και καινοτόμες λύσεις. Ο συγγραφέας συνδέει τον προσανατολισμό της εκπαίδευσης στη δημιουργικότητα και την καινοτομία με το νέο μοντέλο οικονομίας. Από την πλευρά μας, όπως έχουμε υποστηρίξει και αλλού, θεωρούμε πως το νέο μοντέλο οικονομίας αναπαράγει τους παλιούς διχασμούς μεταξύ φαντασίας και γνώσης, δημιουργικότητας και μηχανιστικής επανάληψης. Πιστεύουμε πως η έμφαση της εκπαίδευσης στη δημιουργικότητα πρέπει να συμβάλλει στο δημοκρατικό μετασχηματισμό της σύγχρονης κοινωνίας. Και αυτό δεν μπορεί να γίνει παρά μόνο συνδυάζοντας τη δημιουργικότητα και τα ανοιχτά περιβάλλοντα μάθησης με συγκεκριμένα γνωστικά περιεχόμενα.
Οι γονείς και οι πολιτικοί έχουν γίνει εμμονικοί με το να κάνουν τα μικρά παιδιά να μαθαίνουν περισσότερα και γρηγορότερα. Αλλά η εικόνα της πρώιμης μάθησης που τους καθοδηγεί είναι ακριβώς η αντίθετη από εκείνη που προκύπτει από την αναπτυξιακή επιστήμη.
Τα τελευταία 30 χρόνια, οι ΗΠΑ έχουν ολοκληρώσει τον μετασχημαστισμό τους σε μία οικονομία της πληροφορίας. Η γνώση είναι τόσο σημαντική τον 21ο αιώνα όσο το κεφάλαιο τον 19ο και η γη τον 18ο. Τα ίδια 30 χρόνια οι επιστήμονες ανακάλυψαν πως ακόμα και τα πολύ μικρά παιδιά μαθαίνουν περισσότερο από όσο κάποτε νομίζαμε πως είναι δυνατόν. Βάλε αυτά τα δύο μαζί και η εμμονή μας να κάνουμε τα παιδιά να μάθουν δεν αποτελεί έκπληξη.