Οι σχολικές μονάδες στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση λειτουργούν τα τελευταία 30 χρόνια μέσα σε ένα στοιχειωδώς δημοκρατικό θεσμικό πλαίσιο, όπως αυτό ορίζεται από τον 1566 του 1985. Το συγκεντρωτικό εκπαιδευτικό σύστημα καθορίζει βεβαίως σε μεγάλο βαθμό την εκπαιδευτική διαδικασία (στόχοι, αναλυτικό πρόγραμμα). Ωστόσο, σε επίπεδο σχολικής μονάδας υπάρχει η δυνατότητα για ένα συλλογικό, δημοκρατικό σχεδιασμό και προγραμματισμό των εργασιών. Σε αυτό το επίπεδο είναι τα συλλογικά όργανα (Σύλλογος διδασκόντων) που έχουν τον κυρίαρχο ρόλο και λαμβάνουν τις αποφάσεις.
Σήμερα όμως ακόμα και αυτό το στοιχειώδες δημοκρατικό πλαίσιο διοίκησης του σχολείου έχει τεθεί υπό αμφισβήτηση. Η κυρίαρχη τάση, όπως έχει εκφραστεί σε εξαγγελίες και σχέδια νόμου, επιχειρεί να υποβιβάσει τον ρόλο του Συλλόγου διδασκόντων από αποφασιστικό σε απλώς συμβουλευτικό όργανο. Αντίθετα προκρίνει την ανάδειξη του διευθυντή σε ένα είδος διαχειριστή ανθρώπινων πόρων ή διαφορετικά manager. Ή στην πιο ακαδημαϊκή γλώσσα σε αποτελεσματικό ηγέτη. Ο διευθυντής δεν θεωρείται πλέον ένας από τους συναδέλφους, πρώτος αλλά ίσος στο Σύλλογο διδασκόντων. Με μία σειρά μέτρων αποκόβεται πλήρως από το σώμα των συναδέλφων. Απαλλάσσεται πλήρως από διδακτικά του καθήκοντα, αξιολογεί, πειθαρχεί, έχει αυξημένες αποδοχές. Οι εκπαιδευτικοί χάνουν έτσι το δικαίωμα τους να συμμετέχουν ισότιμα στο σχεδιασμό της λειτουργίας της σχολικής μονάδας. Συνέχεια →